Θυσία στον βωμό των πολιτικών σκοπιμοτήτων
Η συζήτηση χθες, Τετάρτη 06 Απριλίου 2022, στην Επιτροπή Νομικών της Βουλής των τριών Νομοσχεδίων της δικαστικής μεταρρύθμισης, έχει καταδείξει ότι η συνολική προσπάθεια έχει καταστεί όμηρος της πολιτικής αντιπαράθεσης, των σκοπιμοτήτων και των μικροπολιτικών στοχεύσεων.
Ενώ τα τρία Νομοσχέδια έχουν τύχει της έγκρισης του ΠΔΣ, του Ανωτάτου Δικαστηρίου, του Γενικού Εισαγγελέα, της Greco, της Επιτροπής Βενετίας, του Rule of Law, εκκρεμούν ενώπιον της Βουλής πέραν των δύο χρόνων με έκδηλη και ισχυρή πλέον την ανησυχία για το μέλλον του συστήματος απονομής δικαιοσύνης.
Η συζήτηση για το θέμα της δικαστικής μεταρρύθμισης έχει ενταθεί από τον Μάιο του 2019, όταν εγκρίθηκαν τα νομοσχέδια του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, κ. Ιωνά Νικολάου.
Η κατ’ άρθρο συζήτηση ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2021, ενσωματώθηκαν οι εισηγήσεις των κομμάτων με κάποιες επιφυλάξεις για να τοποθετηθούν στην Ολομέλεια κατά την ψηφοφορία. Έκτοτε τα τρία Νομοσχέδια πάνε από τη Βουλή στο Υπουργείο Δικαιοσύνης ενώ το σύστημα απονομής δικαιοσύνης τελεί υπό κατάρρευση με όλες τις επακόλουθες συνέπειες για τον φορολογούμενο πολίτη, το κράτος δικαίου και την κοινωνία ευρύτερα.
Κάποιες πολιτικές δυνάμεις, συγκεκριμένα το ΑΚΕΛ και το ΔΗΚΟ, συνεχίζουν είτε να εμμένουν σε θέματα τα οποία έχουν διευκρινιστεί είτε να επικαλούνται νέα ζητήματα, τα οποία πόρρω απέχουν από την ουσία και την πράξη της μεταρρύθμισης στην ανώτατη βαθμίδα της δικαιοσύνης.
Η αντιπολιτευτική διάθεση σε περίοδο εκλογών οδηγεί σε πισωγύρισμα με αποτέλεσμα να επαναρχίζει η συζήτηση για το κατά πόσο είναι δυνατή η τροποποίηση του συντάγματος με το Δίκαιο της Ανάγκης.
Η επίκληση του ΑΚΕΛ στο Δίκαιο της Ανάγκης και κατά πόσο αυτό μπορεί να επηρεάσει τη μεταρρύθμιση δεν μπορεί να τεθεί ως τροχοπέδη στην προώθηση της μεταρρύθμισης, καθώς για να επανέλθουμε στο Σύνταγμα του 60’ θα πρέπει να επανέλθουν οι Τουρκοκύπριοι.
Συνεπώς, εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται η ανάγκη, βελτιώνεται το εξ ανάγκης θεσπισθέν σύστημα διά μετεξέλιξης του ενιαίου Ανωτάτου Δικαστηρίου, το οποίο είναι απόλυτα εφικτό και επιθυμητό.
Επίσης, σχετικά με την αναφορά στην Ασφάλεια Δικαίου, σημειώνεται ότι βασικό στοιχείο μιας πολιτειακής οργάνωσης που διέπεται από την αρχή του κράτους δικαίου είναι η κατοχύρωση της ασφαλείας και της σταθερότητας των εννόμων σχέσεων.
Είναι άλλωστε εύλογο ότι οι πoλίτες έχουν συμφέρον στη διατήρηση του υφισταμένου νομικού καθεστώτος και στην μη χειρoτέρευση της voμικής τoυς θέσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι η αρχή του κράτους δικαίου συνεπάγεται το αμετάβλητο του νομικού πλαισίου που διέπει τις έννομες σχέσεις, αλλά ότι η τυχόν τροποποίηση των κανόνων δικαίου δεν οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση των πολιτών, οι οποίοι επέδειξαν δικαιολογημένα εμπιστοσύνη στην σταθερότητά του.
Η δυναμική της εξέλιξης ενός νομικού συστήματος που διέπεται από την αρχή του κράτους δικαίου πρέπει συνεπώς να λαμβάνει υπόψη την εμπιστοσύνη των πολιτών στους κανόνες που θέτει το εν λόγω σύστημα. Πρόκειται για τον συμβιβασμό δύο αντικρουόμενων φαινομενικά αναγκών: αφ’ ενός μεν, της ανάγκης προσαρμογής του νομικού συστήματος στις εξελίξεις, αφ’ ετέρου δε, της ανάγκης κατά το δυνατόν διαφύλαξης της σταθερότητας των υφισταμένων εννόμων σχέσεων.
Στη δίνη των πολιτικών σκοπιμοτήτων τίθεται και η ψήφιση του Εμπορικού Δικαστηρίου και του Ναυτοδικείου, των οποίων οι χώροι εγκατάστασης με τον απαραίτητο εξοπλισμό, μαζί με τον χώρο εγκατάστασης του νέου Εφετείου, έχουν κοστίσει εκατομμύρια στον Κύπριο φορολογούμενο, ενώ την ίδια ώρα οι αρνητές της μεταρρύθμισης καταφεύγουν σε ανεπίκαιρες θεωρήσεις και εκτιμήσεις εντός και εκτός Βουλής.
Επιπρόσθετα κάποια κόμματα εγείρουν θέμα για τη χρήση της αγγλικής γλώσσας στο Εμπορικό Δικαστήριο παραγνωρίζοντας προφανώς ότι όταν αποκλείεις την αγγλική γλώσσα – η οποία δεν θα είναι υποχρεωτική- αποκλείεις ταυτόχρονα ένα μεγάλο μέρος εργασιών αυτού του δικαστηρίου.
Περαιτέρω, η εκφρασθείσα άποψη του ΔΗΚΟ ότι η μεταρρύθμιση δεν επιλύει συνολικά το πρόβλημα των συσσωρευμένων υποθέσεων είναι εντελώς λανθασμένη, αβάσιμη και ανυπόστατη.
Διευκρινίζουμε και επαναλαμβάνουμε ότι στόχος είναι η μεταρρύθμιση να αρχίσει από την ανώτατη βαθμίδα δικαστηρίων, ούτως ώστε να επιλυθεί το πρόβλημα των 5,000 εφέσεων και στη συνέχεια να δρομολογηθεί συγκεκριμένο πακέτο μεταρρυθμίσεων για τα Επαρχιακά Δικαστήρια. Πρόκειται για δύο ξεχωριστά ζητήματα.
Ενόσω οι προκλήσεις στον τομέα της δικαιοσύνης πληθαίνουν, προβάλλει πιο επιτακτικά το ερώτημα, πώς μπορεί το δικαστικό μας σύστημα να γίνει ταχύτερο, πιο ευέλικτο και πιο αποτελεσματικό.
Αναγνωρίζοντας, ως εκ τούτου, την προσπάθεια διεμβολισμού της δικαστικής μεταρρύθμισης, θα πρέπει να αναληφθεί η ευθύνη που αναλογεί σε όσους προβάλλουν εμπόδια στην υλοποίησή της.
Ο ΠΔΣ υπογραμμίζει για ακόμα μια φορά ότι η μεταρρύθμιση θα έπρεπε να είχε γίνει χθες καθώς πρόκειται για θέμα ύψιστου δημοσίου συμφέροντος. Η πραγματικότητα επιβάλλει στάση ευθύνης. Η εμμονή σε πολιτικές σκοπιμότητες και ο βηματισμός του κάβουρα δεν συνάδουν με την εν γένει εκφρασθείσα πρόθεση για εκσυγχρονισμό του συστήματος. Η ποιότητα της δικαιοσύνης, στοιχείο της οποίας είναι η απονομή της με εύλογο ρυθμό και χρόνο, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον βαθμό πολιτισμού μιας κοινωνίας, το κράτος δικαίου και την οικονομική ανάπτυξη του τόπου.
Δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια αναβολών. Αν συνεχίσουμε με αυτό τον ρυθμό θα ακολουθούμε ασθμαίνοντας τις εξελίξεις και θα είμαστε θεατές της κατάρρευσης του συστήματος. Γι’ αυτό η Βουλή οφείλει να δώσει το πράσινο φως στο πακέτο της μεταρρύθμισης ως έχει συμφωνηθεί, μακριά από κομματικές αντιπαραθέσεις, οι οποίες αποπροσανατολίζουν από το καλώς νοούμενο συμφέρον της δικαιοσύνης και του κοινωνικού συνόλου.
Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος